Δευτέρα 11 Ιουλίου 2016

ΜΕ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΕΝΩΜΕΝΑ

   ΜEΡΟΣ ΤΡΙΤΟ

 -Η συνάντηση-

O Στάθης είχε αντιληφθεί πως το νεαρό ζευγάρι ήταν εκνευρισμένο για κάποιο λόγο και παρότρυνε την γυναίκα του να καθίσουν στο διπλανό παγκάκι.

-Έχω μια περίεργη διαίσθηση καλή μου... είπε κοιτώντας σκεπτικός την γυναίκα του.
-Τι έγινε; Σκέφτηκες κάτι; του απαντά εκείνη ξαφνιασμένη.
-Όχι όχι...Απλά κοιτάζω εδώ και λίγα λεπτά το ζευγάρι ακριβώς απέναντι μας...
-Μα τι είναι αυτά που λες άντρα μου; Και αγχώθηκες για αυτό; τον ρωτά απορημένη η Ξένια.
-Ναι. Έχω την αίσθηση πως ο λόγος που είναι σε ένταση μεταξύ τους, είναι τα λεφτά.
-Και τι μας αφορά εμάς αυτό αγάπη μου; Ακόμη κι έτσι να είναι, νέοι άνθρωποι είναι θα παλέψουν γι’αυτό, λέει η Ξένια.
-Δε ξέρω γιατί, αλλά νιώθω πως πρέπει να τους μιλήσω είπε ο Στάθης και τα μάτια του έλαμψαν.
-Πάει ξεκούτιανε ο άντρας μου, απάντησε η Ξένια και κούνησε επιδεικτικά το κεφάλι της.
-Έλα, πάμε να καθίσουμε δίπλα τους... Θέλω να ακούσω τι λένε. Να δεις που θα έχω δίκιο και μετά να δω πως θα τα μαζέψεις, της είπε χαμογελαστός ο Στάθης.

Μετά από δύο λεπτά κάθισαν στο διπλανό παγκάκι και είναι αλήθεια πως δεν πέρασε πολλή ώρα για να επιβεβαιωθεί ο Στάθης. Ο Πέτρος είχε αρχίσει να χάνει την ψυχραιμία του και σηκώθηκε όρθιος. Η Άννα αμίλητη...

-Έχουμε ένα χρόνο που είμαστε μέσα στο άγχος.... Στο τέλος θα καταρρεύσουμε είπε νευριασμένα ο Πέτρος. Η Άννα τον κοιτούσε και έδινε την αίσθηση πως ήταν έτοιμη να εκραγεί...
-Και τι θέλεις να κάνω Πέτρο; Να μην αγχώνομαι; Nα μη θέλω το καλύτερο; Να κάθομαι και απλώς να περιμένω τη μοίρα μου; 
-Γιατί εγώ δεν αγχώνομαι δηλαδή; Ή μήπως επειδή δουλεύω δε νοιάζομαι για σένα; Πέστο μου κι αυτό τώρα!! της φώναξε ο Πέτρος.
-Δηλαδή τι άλλο σου έχω πει Πέτρο; Είσαι με τα καλά σου; του απαντά κι εκείνη νευριασμένα...

Το ηλικιωμένο ζευγάρι άκουσε τον διάλογο και κοιτάχτηκε για μερικά δευτερόλεπτα. Η Ξένια έπιασε το χέρι του καλού της και έκανε ένα μικρό νεύμα. Ήξερε τι ήθελε να κάνει ο Στάθης και του έδωσε τη συγκατάθεση της...

-Καλήμερα, είπε κάπως διστακτικά κοιτώντας το νεαρό ζευγάρι.
-Γνωριζόμαστε από κάπου κύριε; απάντησε νευρικά ο Πέτρος κι αυτό εξόργισε ακόμα περισσότερο τη γυναίκα του.
-Μη γίνεσαι αγενής Πέτρο! Καλημέρα και σε εσάς κύριε απάντησε η Άννα.
-Με συγχωρείτε που επεμβαίνω στην κουβέντα σας αλλά να... σας παρατηρούσα τόση ώρα και για έναν περίεργο λόγο ένιωσα πως θα γνωριζόμασταν. 
-Α ωραία!! Γίναμε και θέαμα στην πλατεία τώρα... Σήκω Άννα πάμε να φύγουμε είπε με έντονο ύφος ο Πέτρος.
-Όχι όχι... μας παρεξηγήσατε είπε η Ξένια και έπιασε το χέρι του καλού της.
-Ηρέμησε Πέτρο... Δεν μας φταίνε σε τίποτα οι άνθρωποι είπε η Άννα στον άντρα της και κοίταξε το ηλικιωμένο ζευγάρι χαμογελαστή.

Ο Πέτρος άκουσε την προτροπή της Άννας και ξανακάθισε δίπλα της, δίχως να μιλά. Τα δυο ζευγάρια συστήθηκαν μεταξύ τους και η Ξένια δεν άργησε να πάει την κουβέντα εκεί ακριβώς που ήθελε ο Στάθης.

-Σαν σήμερα παιδιά μου, εμείς έχουμε επέτειο... Σχεδόν μισό αιώνα μαζί. Γι’ αυτό και μας βλέπετε με τα καλά μας σήμερα, είπε γελώντας η Ξένια και ο Στάθης της χαμογέλασε συγκινημένος.
-Μα τι λέτε; Aυτό είναι υπέροχο!! είπε η Άννα. Άλλα τόσα σας εύχομαι από καρδιάς συμπλήρωσε και με μια γρήγορη κίνηση σκούντηξε τον Πέτρο να πει κάτι και εκείνος.
-Ναι, πραγματικά είναι αξιοθαύμαστο, είπε εκείνος εμφανώς χαμένος στις σκέψεις τους... 
-Κι εμείς είμαστε στον προγραμματισμό για τον δικό μας γάμο αυτό το διάστημα. Απλά έχουν προκύψει κάποια προβλήματα τελευταία είπε η Άννα και χαμογέλασε αμήχανα.
-Ναι σας ακούσαμε πριν... είπε ο Στάθης σκεπτικός.
-Είναι δύσκολες οι εποχές κύριε Στάθη, είπε ο Πέτρος. Είναι δύσκολο να κάνεις οικογένεια και να ανταπεξέλθεις στις απαιτήσεις αλλά το παλεύουμε, συμπλήρωσε λίγο μετά.
-Δυσκολίες... Μου θυμίζετε τα παιδιά μας...Ξέρετε, εσείς οι νέοι τελικά αγχώνεστε με τα λάθος πράγματα είπε η Ξένια.
-Αν μιλάτε εσείς για δυσκολίες, τι να πούμε και εμείς... Αν δεν έχετε αντίρρηση θα σας πούμε πως γνωριστήκαμε με τη Ξένια και τι τραβήξαμε εμείς για να φτάσουμε εδώ που φτάσαμε...είπε ο Στάθης.
-Ναι βεβαίως, απάντησε χαμογελαστή η Άννα.

Ο Πέτρος ξανασηκώθηκε από τη θέση του και άναψε ένα τσιγάρο. Το τελευταίο που τον απασχολούσε εκείνη τη στιγμή ήταν να ακούσει την ιστορία του Στάθη και της Ξένιας. Είναι έτσι ο χαρακτήρας του  -αυθόρμητος και ειλικρινής- που ποτέ του δεν έκρυβε αυτό που ένιωθε. Η Ξένια το κατάλαβε αμέσως...

-Στάθη μου, ίσως είναι καλύτερα να πηγαίνουμε και εμείς προς το σπίτι. Τι λες και εσύ καλέ μου;
-Mα δεν ξεκίνησα καν...απάντησε εκείνος με παράπονο.
-Όχι όχι, λίγη κουβέντα θα μας κάνει καλό είπε η Άννα. Να αποφορτιστούμε και εμείς λίγο, γιατί από το πρωί είμαστε μέσα στο άγχος... Έτσι δεν είναι αγάπη μου;

Ο Πέτρος της χαμογέλασε και κάθισε δίπλα της. Την λάτρευε και όσο αγχωμένος και αν ήταν προσπάθησε να το κρύψει για χάρη της.

-Για πείτε μας λοιπόν... Πως γνωριστήκατε εσείς οι δύο; είπε ο Πέτρος κοιτώντας τον Στάθη.
-Α...μεγάλη ιστορία. Εμείς που λες Πέτρο μου, μεγαλώσαμε σε γειτονικά χωριά. Εγώ ο μεγάλος γιος μιας αγροτικής οικογένειας. Η Ξένια, η μοναχοκόρη του καθηγητή Γυμνασίου της κοινότητας. Από αυτό και μόνο μπορεί να καταλάβει κανείς τις δυσκολίες...
-Οι οικογένειες μας ήταν πολύ διαφορετικές συμπλήρωσε η Ξένια. Ο πατέρας μου αυστηρός και απαιτητικός με όλους...Πόσο μάλλον με τη γυναίκα και την κόρη του.
-Άλλες εποχές τότε...είπε η Άννα.
-Ναι, μόνο που τότε η αγάπη ήταν πάνω από χρήματα....για το ζευγάρι, είπε ο Στάθης γελώντας. 
-Εντάξει... ήμουν μοναχοκόρη λογικό ήταν, του απάντησε η Ξένια και του ξανάπιασε το χέρι. 
-Όλα ξεκίνησαν στο πανηγύρι του Αη-Γιάννη.. Εκεί πρωτοσυναντηθήκαμε και ερωτευτήκαμε από την πρώτη ματιά... Όταν είδα το πρόσωπό της ένιωσα αμέσως πως είναι η γυναίκα που θα έχω πλάι μου. Πήγα και της μίλησα κατευθείαν, παρασυρόμενος από το νεανικό πάθος. Όταν μου χαμογέλασε εκεί άρχισαν όλα...είπε ο Στάθης συγκινημένος.
- Μέτα για ένα διάστημα δεν βρεθήκαμε. Τότε δεν υπήρχαν και τηλέφωνα όπως σήμερα. Ενθουσιασμένη και εγώ απλά περίμενα την επόμενη στιγμή, όποτε κι αν ήταν εκείνη,να τον ξαναδώ είπε η Ξένια.
-Και μετά από πόσο καιρό ξαναβρεθήκατε; τους ρώτησε η Άννα.
-Για ένα καλοκαίρι καθόλου.... Το Σεπτέμβρη ξαναβρεθήκαμε αλλά ο πατέρας της Ξένιας δεν άργησε να καταλάβει τι ακριβώς γινόταν.
-Τότε ήταν αυστηρά τα ήθη και τα έθιμα. Η οικογένεια είχε άλλη δομή, άλλες αρχές είπε η Ξένια και συνέχισε. Να μη τα πολυλογούμε για δύο χρονιές μέχρι να τελειώσει ο Στάθης τις τάξεις του Γυμνασίου βλεπόμασταν κρυφά... Εγώ είχα και απειλές από τον πατέρα μου και λίγο αργότερα όταν έχασα τη μητέρα μου τα πράγματα ήταν ακόμη πιο δύσκολα για μένα. Μοναχοκόρη... Καταλαβαίνετε...
-Από τα λεγόμενα σας, πρέπει να ήσασταν ο πρώτος έρωτας ο ένας για τον άλλον έτσι δεν είναι; Πέτρο δεν είναι υπέροχο αυτό; Για μια ολόκληρη ζωή μαζί...
-Ναι ναι όντως... είπε κάπως αμήχανα ο Πέτρος.
-Δυο χρόνια λοιπόν κρυφές συναντήσεις. Ώσπου ένα βράδυ του Ιούνη έγινε το μοιραίο... είπε ο Στάθης. 
-Με έκλεψε....είπε συγκινημένη η Ξένια και έπιασε ξανά το χέρι του καλού της.
-Μα... Πόσο χρονών ήσασταν; 16-17; είπε ξαφνιασμένη η Άννα.
-Ναι τόσο μικροί... Φύγαμε για Αθήνα δίχως να πούμε σε κανέναν τίποτα... Το τι ακολούθησε μπορείτε να το φανταστείτε απάντησε η Ξένια.
-Κι εγώ που νόμιζα πως αυτά γίνονται μόνο στις ταινίες...σιγοψιθύρισε ο Πέτρος. Όσο περνούσε η ώρα τόσο περισσότερο τον άγγιζε η συζήτησή τους.
-Ο Στάθης άρχισε μαθήματα σε τεχνική σχολή και εγώ σαν ράφτρα σε μια βιοτεχνία... Βρήκαμε και ένα δωμάτιο να μείνουμε. Έτσι ξεκινήσαμε... Με δυσκολίες σε μια μεγάλη πόλη που μόνο ακουστά είχαμε.
-Και φυσικά τον πόλεμο των συγγενών. Ο πατέρας της Ξένιας μας βρήκε και για ένα μεγάλο διάστημα έκανε τα πάντα να μας χωρίσει... Ώσπου το πήρε απόφαση κι εκείνος...
-Πως η αγάπη, στο τέλος πάντα νικά... είπε βουρκωμένη η Ξένια.

Το νεαρό ζευγάρι είχε ταρακουνηθεί από όσα άκουγε. Κοίταζαν ο ένας τον άλλον δίχως να μιλούν, αλλά μέσα τους ένιωθαν ότι αδίκησαν τους εαυτούς τους. 

-Παιδιά έχετε φαντάζομαι, είπε ο Πέτρος.
-Ναι δύο και είναι κοντά στις ηλικίες σας περίπου. Έχουμε και εγγόνια είπε χαμογελαστός ο Στάθης.
-Να σας ζήσουν είπαν η Άννα και ο Πέτρος με μια φωνή.
-Ευχαριστούμε πολύ, απάντησε η Ξένια.
-Καταλάβατε τώρα γιατί ήρθαμε και σας μιλήσαμε; ρώτησε το νεαρό ζευγάρι ο Στάθης.
-Ναι, απάντησε ο Πέτρος και χαμήλωσε το κεφάλι του.
-Ένα είναι το σημαντικό σε όλες τις σχέσεις. Η αμοιβαία κατανόηση, ο σεβασμός δηλαδή. Η αγάπη είναι δεδομένη αλλιώς δεν θα υπήρχε σχέση. Εμείς ξεκινήσαμε από το μηδέν. Ούτε ρούχα που λέει ο λόγος, δεν είχαμε όταν κατεβήκαμε Αθήνα. Εσείς που έχετε ανέσεις γιατί λυγίζετε τόσο εύκολα; Είστε κακομαθημένη η νέα γενιά παιδιά μου...είπε ο Στάθης.
-Δεν έχετε άδικο απάντησε η Άννα.
-Αν παρατηρήσατε πιάνω συνέχεια το χέρι του άντρα μου... Σχεδόν πενήντα χρόνια, έτσι είμαστε... είπε η Ξένια.
-Αυτό ήταν το κλειδί... Πάντα ήμασταν σαν ομάδα...αγαπημένοι και μονοιασμένοι ενάντια σε όλα μας τα προβλήματα...είπε ο Στάθης.
-Έτσι να είστε και εσείς συμπλήρωσε η Ξένια. 
-Ο καθένας μόνος του θα λυγίσει... Μαζί θα καταφέρετε όσα ποθείτε... Αυτό να θυμάστε πάντα παιδιά μου, είπε ο Στάθης.

Ο Πέτρος και η Άννα είχαν ζωγραφισμένη τη στεναχώρια στις ματιές τους. Όμως μέσα τους ένιωθαν γαλήνη. Μοιραίο η όχι, αυτό το πρωινό είχε ανοίξει κάποιες “πόρτες” μέσα στο μυαλό τους, που αγνοούσαν ή είχαν ξεχάσει... Λίγη ώρα μετά τα ζευγάρια αποχαιρέτησαν το ένα το άλλο. Μέσα από τη συνάντηση τους, γεννήθηκε μια πολύ καλή φιλία που κράτησε για καιρό. Σε διάστημα ενός έτους, η Άννα δούλευε μόνιμα στο πανεπιστήμιο. Ο Πέτρος βρήκε μια καλύτερη πρωινή δουλειά και όρισαν ημερομηνία για το γάμο τους... Το ηλικιωμένο ζευγάρι απέκτησε ένα εγγονάκι ακόμα... Ένα κοριτσάκι, που βαφτίστηκε Αγάπη και νονοί του έγιναν ο Πέτρος και η Άννα... Τα παιδιά του Στάθη και της Ξένιας έγιναν επίσης πολύ καλοί φίλοι με τον Πέτρο και την Άννα... Όλα τόσο γρήγορα...Τόσο μαγικά...

Τελικά αυτό είναι η ζωή... Μια σειρά από μικρά θαύματα...